Πιάτα έπος! Γεύσεις συγκλονιστικές. Καθαρές. Με αδιαπραγμάτευτες εντάσεις και ισορροπίες. Πρώτες ύλες από τη Μεσόγειο και την Ιαπωνία. Και συνδυασμοί μοναδικοί.
Το εστιατόριο Amaya Itameshi Cuisine (Ακτή Δηλαβέρη 1, Μικρολίμανο, Πειραιάς, Τηλ.: 2104100127) είναι η μεγαλύτερη γευστική έκπληξη της χρονιάς. Ένα εστιατόριο που κατάφερε να με κάνει να μην μπορώ να ξεχωρίσω ένα πιάτο ως το καλύτερο. Όλα όσα δοκίμασα είναι καταπληκτικά.
Ο consultant chef Χρύσανθος Μανωλόπουλος έχει δημιουργήσει με απόλυτη επιτυχία την πρώτη Itameshi κουζίνα στην Ελλάδα. Πάντρεψε δηλαδή την Ιταλική με την Ιαπωνική κουζίνα. Πρόσθεσε και μερικές μικρές πινελιές από ελληνικά υλικά και δημιούργησε ένα γευστικό αποτέλεσμα, που προκαλεί γευστικό ίλιγγο.
Το δείπνο μου ξεκίνησε με φύλλο shiso τεμπούρα και φρέσκια γάμπαρη, μαριναρισμένη σε γιαπωνέζικο ουίσκι. Κάποιοι θεωρούν ότι το shiso βρίσκεται πιο κοντά στον βασιλικό, ενώ άλλοι στην μέντα. Εμένα μου δίνει μία τελείως διαφορετική αίσθηση, που δεν μοιάζει με κανένα από τα δύο υλικά. Η φρεσκάδα του μπορεί να είναι αρκετά κοντά και στα δύο, όμως η γευστική του ένταση και το άρωμα είναι πολύ πιο χαμηλά. Κάτι που το κάνει ένα ευχάριστο αρωματικό για θαλασσινά και όχι μόνο…
Ο chef Χρύσανθος Μανωλόπουλος είχε φτιάξει μία αέρινη τεμπούρα με το οδοντωτό φύλλο του shiso να ξεχωρίζει, όμοια με αυτή του εστιατορίου Konto (2 αστέρια Michelin) που είχα δοκιμάσει στο Τόκιο. Αυτό σημαίνει ότι ο χυλός είναι απόλυτα τραγανός και αφράτος, δεν υπάρχει ίχνος λαδιού από το τηγάνισμα, και καθώς το φύλλο είχε θωρακιστεί πλήρως, ήταν ολοζώντανο με όλα του τα αρώματα να απελευθερώνονται σε κάθε μπουκιά.
Η γάμπαρη μοσχοβολούσε ιώδιο, το οποίο συνδυαζόταν με το λεπτό και καπνιστό άρωμα από το ιαπωνικό ουίσκι στο οποίο είχε εμβαπτιστεί. Και το γευστικό αποτέλεσμα ήσαν ονειρικό! Μία σπουδαία αρχή, η οποία δημιούργησε αυτόματα υψηλές προσδοκίες για τα πιάτα του δείπνου που θα ακολουθούσαν.
Το πρώτο πιάτο που έφτασε στο τραπέζι ήταν γαρίδα ταρτάρ με αφρό εσπεριδοειδών. Γενικά τους αφρούς τους απεχθάνομαι και τους θεωρώ πολύ παλιομοδίτικους στη γαστρονομία. Σε αυτό το πιάτο όμως, ο αφρός ήταν αρκετά πυκνός, τόσο στην υφή, όσο και στη γεύση και τα αρώματα. Είχε παρασκευαστεί με λάιμ, λεμόνι και γιούζου και έδινε μία στρογγυλεμένη οξύτητα και πολύ ελαφριά γλύκα, ενώ έλουζε την τρυφερή γαρίδα με τα πλούσια αρώματά του. Λίγη ταραμοσαλάτα και αβγά ξιφία πρόσθεταν αλμύρα και ιώδιο στο γευστικό αποτέλεσμα και η γαρίδα με το shiso είχε μετατραπεί σε ένα εξαιρετικό πιάτο υψηλής γαστρονομίας και συγχρόνως comfort.
Ακολούθησε μαγιάτικο καρπάτσιο. Λεπτές φέτες από ολόφρεσκο ψάρι με τη χαρακτηριστική βουτυρώδη υφή και χαμηλή λιπαρότητά, την οποία «έσπαγε» με εκλεπτυσμένο τρόπο η στρογγυλεμένη οξύτητα και τα αρώματα από τη βινεγκρέτ που είχε δημιουργηθεί με φρούτα του πάθους. Κομματάκια μάνγκο, λίγο τσίλι και λάδι βασιλικού ανέβαζαν στα ύψη το γευστικό αποτέλεσμα. Όνειρο!
Το μενού έχει αρκετά πιάτα της λεγόμενης ωμοφαγίας, με θαλασσινά και κρέας και η διαθεσιμότητα εξαρτάται από το τι θα βρει και θα επιλέξει καθημερινά ο σεφ από τους προμηθευτές του.
Ως εκ τούτου δεν μπορούσα να μην δοκιμάσω και το πιάτο με το ωμό μοσχαράκι. Ο κ. Μανωλόποουλος έχει δημιουργήσει μία συνταγή με βασικό υλικό το μοσχαρίσιο τατάκι, με shiro dashi, καραμελωμένο κουνουπίδι, πούδρα φουντουκιού και λάδι κόλιανδρου. Ω, Θεέ μου, τι πιάτο είναι αυτό! Η shiro dashi, ένας συμπυκνωμένος ζωμός σούπας από φλέικς αποξηραμένης παλαμίδας, ο οποίος πρόσθετε άρωμα από ιώδιο, αλμυρότητα και umami στο πιάτο, ήταν απλώς τέλεια. Είχε τόσο ένταση, που φοβήθηκα ότι θα εξαφανίσει το μοσχαράκι. Ωστόσο, ο σεφ είχε παίξει πολύ έξυπνα, και είχε προσθέσει τριμμένο φουντούκι, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η γευστική εντύπωση ενός αρκετά σιτευμένου κρέατος. Ως εκ τούτου, το αποτέλεσμα ήταν όχι απλώς ισορροπημένο, αλλά τόσο έντονο γευστικό, που το έτρωγα αργά και βασανιστικά, επειδή δεν ήθελα να τελειώσει.
Το επόμενο πιάτο ήταν ακόμη μία μεγάλη έκπληξη. Δεν περίμενα ποτέ να δω πάνω σε «πίτσα» ωμό τόνο, ο οποίος μάλιστα συνδυάζεται με τυρί, και το γευστικό αποτέλεσμα να με ενθουσιάσει. Ο chef είχε δημιουργήσει ένα flatbread από ζυμάρι 48ωρης ωρίμανσης με μελάνι σουπιάς, και πάνω είχε προσθέσει μαριναρισμένο ωμό τόνο με σόγια και miso, μποτσαρέλα μπουφάλα και φρέσκια ντομάτα. Μπουκιά και πλατύ χαμόγελο. Το ζυμάρι είχε μία εξωτερικά μία λεπτή, τραγανή κρούστα και μέσα ήταν αφράτο. Το μελάνι σουπιάς έβγαζε μία ελαφριά γεύση ιωδίου και σε αυτό το σημείο έκανε γευστική επαφή με τον τόνο, του οποίου το μαρινάρισμα, χωρίς να του επηρεάζει το γευστικό προφίλ, του έδινε ένταση. Η υφή της μοτσαρέλας και η απαλή της γεύση, έδεναν με τη μαρινάδα του τόνου και έτσι δημιουργούνταν μία εντυπωσιακή γευστική ισορροπία μεταξύ τους. Τα σέβη μου στο chef Χρύσανθο Μανωλόπουλο και την ομάδα του!
Από τα πιάτα με πάστα, επέλεξα ένα που φαινομενικά δεν θα είχε καμία σχέση με την κλασική, ιταλική συνταγή που επικαλούνταν το όνομά του. Μαύρη καρμπονάρα. Φρέσκο linguine με μελάνι σουπιάς, καπνιστή πανσέτα, λευκή miso και στην κορυφή ένα αβγό ποσέ πασπαλισμένο με πούδρα από φύκι nori. Το μακαρόνι βρασμένο άψογα, τέρμα νευρικό. Το umami από την παρμεζάνα το έδινε απλόχερα η miso. Στο γευστικό «έγκλημα» συμμετείχε η πούδρα από το φύκι, η οποία ήταν τόση όση σε ποσότητα, ώστε να μην απελευθερώνει τη θαλασσινή γεύση, αλλά απλώς να δίνει ένταση στο αβγό. Η παντσέτα καπνιστή, αλμυρή και τραγανή, σε μικρά κομμάτια, μιμούνταν το γκουαντσιάλε της κλασικής συνταγής. Μία υπέροχη, πρωτότυπη πάστα, πολύ κοντά γευστικά στην κλασική καρμπονάρα και τελικά ένα επιτυχημένο πιάτο που θα μπορούσαν να φτιάξουν αν συνεργάζονταν ένας Ιταλός και ένας Ιάπωνας chef.
Το μενού μου ολοκληρώθηκε με σφυρίδα (κεντρική φωτογραφία). Σε ζωμό από το ίδιο το ψάρι, αρωματισμένο με γιούζου, άνηθο και λάδι άνηθου. Για συνοδευτικό πατάτα κονφί σε βούτυρο αρωματισμένο με φύκι κόμπου, φασόλια edamame, ντομάτα και πούδρα ελιάς. Πώς ισορροπούσαν όλα αυτά τα υλικά μεταξύ τους, είναι κάτι εντυπωσιακό. Το τελικό γευστικό αποτέλεσμα ήταν ένα σπιτικό πιάτο, με ήρωα τη σφυρίδα, σαν να το είχε φτιάξει η καλύτερη μάνα-μαγείρισσα. Τρυφερό φιλέτο φρέσκου ψαριού, ζουμερές πατατούλες, ζωμός γεμάτος με συμπυκνωμένη και καθαρή γεύση. Άψογο!
Τα γλυκά είναι στο ίδιο υψηλό επίπεδο με το υπόλοιπο μενού, με ένα τιραμισού να μου κλέβει την καρδιά.
Η αρχιτεκτονική του χώρου εντυπωσιακή, συνδύαζε σπίτι σε νησί των Κυκλάδων, με ιαπωνικό εστιατόριο. Το μόνο που δεν μου άρεσε ήταν ο «παιχνιδιάρικος» φωτισμός, που άλλαζε χρώματα, ο οποίος θύμιζε κλαμπάκι. Ευτυχώς σε κάποια στιγμή, στην αρχή του δείπνου, σταμάτησαν τα φώτα να αλλάζουν χρωματισμό και παρέμειναν σε ένα ελαφρύ ροζ , εξού και οι φωτογραφίες από τα πιάτα έχουν κόκκινη χροιά.
Το εστιατόριο Amaya είναι το νεότερο «παιδί» του Κώστα Σκάρλα, ο οποίος μέσα από αυτό, θέλει να συγκεράσει το παλιό με το νέο, και ως γνώστης της παραδοσιακής ιταλικής κουζίνας, να φέρει στην Ελλάδα, ό,τι πιο σύγχρονο έχει να επιδείξει σήμερα η γαστρονομία της γείτονος, που είναι γνωστή και ως «γαστρονομία των υλικών».
Τα κρασιά
Η λίστα των κρασιών έχει στηθεί με γνώμονα την εντοπιότητα, καλύπτοντας όλες τις οινοπαραγωγικές περιοχές της χώρας. Την ίδια στιγμή, περιλαμβάνει σημαντικές επιλογές από τον διεθνή αμπελώνα με τις ετικέτες να ξεπερνούν τις 100. Παράλληλα, διαθέτει 16 ετικέτες σε ποτήρι, ως αντιπροσωπευτικό δείγμα της κάβας.
Το σέρβις άμεσο και ενημερωμένο.